movieswelcome

Welcome!!!




Monday, December 24, 2012

Χριστουγεννιάτικη Ιστορία του Βασίλη Γιαβρή.


"Κύριε Άι Βασίλη να κατέβεις απ' τις σκάλες"
του Βασίλη Γιαβρή



Χαμήλωσε την ασπρόμαυρη τηλεόραση κι ύστερα έκοψε με τα δόντια της μια παρανυχίδα στον δεξιό παράμεσο…
Ο θόρυβος της βροχής στις ταράτσες ακουγόταν τώρα πεντακάθαρα…
Κι ο αέρας… 
«Αν δεν είναι κλέφτης, τότε σίγουρα είναι ο Άγιος Βασίλης…», σκέφτηκε και χαμογέλασε φοβισμένα, καθώς ανακάτευε το φαγητό στην παλιά κατσαρόλα, πάνω στο πετρογκάζ ...
Τα ποδοβολητά της φύσης συνέχιζαν…
«Φρενάρουν οι τάρανδοι;», αναρωτήθηκε και κάθισε στον ξεφτισμένο καναπέ, γλείφοντας το αλάτι απ’ τα δάχτυλά της…
Κοίταξε χαρούμενη, τη χάρτινη σακούλα δίπλα της…
Άπλωσε το χέρι της και χάιδεψε το δώρο, που αγόρασε για την κόρη της…
Σε λίγο, θα γύριζε σπίτι το κοριτσάκι της. 
Και τι κοριτσάκι. 
Ολόκληρη γυναίκα ήταν πια…
Άλλες στην ηλικία της, κάνουν παιδιά… 
Όπως εκείνη, χρόνια πριν… 
Και τα κατάφερε και μόνη της…
Άναψε τσιγάρο…
Πιο πολύ για να ζεσταθεί… 
Άνοιξε το πακέτο και μέτρησε τα υπόλοιπα… 
Έπρεπε να κάνει περισσότερη οικονομία. 
Δούλευε σκληρά για να μη στερηθεί τίποτα το βλαστάρι της και δεν είχε περιθώρια για πολυτέλειες. 
Τόσα χρήματα για είκοσι ρουφηξιές ήταν πάρα πολλά…
Σηκώθηκε και στήθηκε πάνω απ’ την τηλεόραση…
Άλλαξε κανάλι, δυνάμωσε τη φωνή και ξάπλωσε αγκαλιάζοντας τη χάρτινη σακούλα… 
Άπλωσε τα πονεμένα πόδια της και χαμογέλασε…
Μία ημίγυμνη χόρευε μ’ ένα μικρόφωνο στο χέρι…
Οι γαρδένιες και τα γαρύφαλλα βροχή…
Έξω η βροχή είχε σταματήσει από ώρα…
Το ρολόι στην ασπρόμαυρη οθόνη, στη δεξιά γωνία πάνω απ’ την άφωνη καλλιτέχνιδα, κυλούσε αντίστροφα… 
Σε 365 δευτερόλεπτα θα ήταν 12 και ένα του 2013… 

Βγήκε βόλτα στον ακάλυπτο… 
Το νερό ήταν κομμένο στο δωμάτιο κι αν δεν υπήρχε η βρύση έξω απ’ το παράθυρό της, θα μάζευε το νερό της βροχής για να ξεδιψάσουν. 
Στάθηκε πίσω απ’ το βαρέλι και κοίταξε τον τεράστιο κάκτο… 
Το πρόσωπό της φωτίστηκε. 
Η κορούλα της κάπου εκεί θα κρυβόταν ως συνήθως.
Άρχισε να ψάχνει χαρούμενη…

Σταμάτησε να παίζει κρυφτό μόνη της, μόνον όταν έψαξε και στις πιο απίθανες κρυψώνες…
Τα χέρια της, όπως έστριβε πίσω απ’ τα βαρέλια, ήταν τώρα γεμάτα λάσπες…
Έπαψε να γελάει… 
Κοίταξε ψηλά… 
Όλος ο κόσμος πάνω της… 
Με φωτισμένα μπαλκόνια… 
Κι εκείνη μονάχη σ’ ένα τεράστιο τσιμεντένιο σκοτεινό κλουβί… 

Ξαφνικά η νύχτα έγινε μέρα… 
Από μέσα η τηλεόραση μετέδιδε ευχές για το 2013, αλλά εκείνη στο μυαλό της είχε μόνον ένα… 
Το κορίτσι της… 
Ποτέ δεν είχε αργήσει τόσο… 
Ποτέ… 

Θα έβγαινε στο δρόμο. 
Στην αστυνομία θα πήγαινε. 
Ναι… 
Πως δεν το σκέφτηκε νωρίτερα. 
Τρεις φορές μέχρι τώρα την είχαν κατεβάσει απ’ το λεωφορείο για έλεγχο, με συνέπεια να χάσει το μεροκάματο. 
Τώρα αμέσως θα πήγαινε.
Και τι θα τους έλεγε; 
Ότι; 
Έχασε την κόρη της; 
Θα έχαναν το ρεβεγιόν τους, για να τους πει αυτό;
Καλύτερα να περίμενε λίγο ακόμα… 

Ξέχασε και την κατσαρόλα στη φωτιά…
Μπήκε στο δωμάτιο και ξαναβγήκε …
Ο καινούργιος χρόνος τη βρήκε με λασπωμένα ρούχα και χέρια…

Αναρωτήθηκε αν η σταγόνα στο μάγουλό της ήταν απόβροχο που έμοιαζε με δάκρυ και άπλωσε το χέρι της ν’ ανοίξει τη βρύση… Έσκυψε και πήρε το σκούρο τετράδιο που έπεσε στο βρεγμένο τσιμέντο…
Άνοιξε τέρμα τη βρύση… 
Έβαλε τα πόδια της από κάτω και χαμήλωσε αργά, μέχρι που το παγωμένο νερό συντάραξε την κοιλιά της…
Προσπάθησε να διαβάσει, κάτω απ’ το φως που έβγαινε απ’ το παράθυρό της…
Κάθισε στο τσιμέντο… 

Εκεί τη βρήκαν οι πυροσβέστες… 
Αγκαλιά με την ανοιχτή βρύση… 
Στον πλημμυρισμένο ακάλυπτο… 
Φωτισμένη απ’ τα βεγγαλικά του Δήμου Αθηναίων…
Είπαν, πως περιμένοντας τον Αη Βασίλη, να τής φέρει το κοριτσάκι της, διάβαζε ουρλιάζοντας ξανά και ξανά το γράμμα τής κόρης της, έξω απ’ το δωμάτιο που καιγόταν…

Κύριε Αη Βασίλη… 
Ποτέ δεν πίστευα σε σένα. 
Ούτε και τώρα πιστεύω. 
Γιατί είσαι χοντρός… 
Άγιος και χοντρός δεν υπάρχει… 
Δεν χωράει σε καμία εικόνα. 
Κατάλαβες; 

Κύριε Άι Βασίλη… 
Σου γράφω μόνο και μόνο, επειδή πρέπει να παρουσιάσω στο σχολείο, ένα γράμμα για σένα. 
Αλλιώς όλη η τάξη θα γελάει πάλι μπροστά απ’ την πλάτη μου. 
Τα παιδιά με φωνάζουν Αλβανάκι . 
Όταν ήμασταν στην Αλβανία με φώναζαν Ελληνάκι . 
Αφού πιστεύεις ότι υπάρχεις, βρες τι είμαι απ’ τα δύο… 
Είδες; 
Δεν μπορείς. 
Όπως δεν μπορώ κι εγώ να σε περιμένω δίπλα στο τζάκι. 
Δεν έχουμε τζάκι… 
Φωταγωγό έχουμε. 
Αλλά ούτ’ εκεί μπορώ να σε περιμένω. 
Μην κατέβεις… 
Θα κάνουν απολύμανση για τις κατσαρίδες. 
Έτσι είπε η κυρία κοινοχρηστού στη μαμά χθες, όταν φώναζε πάλι για τα κοινόχρηστα. 
Η μαμά έκλαιγε…

Κύριε Άι Βασίλη… 
Αν κάνω λάθος και υπάρχεις; 
Και πάρεις το γράμμα μου; 
Και κατέβεις απ’ τον φωταγωγό; 
Και γλιστρήσεις; 
Και φρακάρεις όπως είσαι χοντρός; 
Η μαμά μου λες να γελάσει;… 

Κύριε Άι Βασίλη… 
Να κατέβεις απ’ τις σκάλες… 
Καλύτερα για σένα. 
Να γυμναστείς κιόλας. 
Μένουμε στο υπόγειο, που βγάζει στον ακάλυπτο. 
Εκεί παίζω, ανοιγοκλείνοντας τη βρύση, όταν πλένει τα ρούχα μας η μαμά. 
Δεν στο λέω, για να μου φέρεις παιγνίδια. 
Μπορεί να μην έπαιξα ποτέ μέχρι τώρα, αλλά δεν είμαι καθόλου μικρή. 
Για να καταλάβεις, δυο μέρες τώρα, φοράω τα ρούχα τής μαμάς… 

Κύριε Άι Βασίλη… 
Μέρες τώρα βρέχει ασταμάτητα και σταμάτησα το σχολείο. Γλίστρησα στα σκαλιά της πολυκατοικίας και λάσπωσα τα βιβλία μου.
Η κυρία ζητιάνα με το μωράκι έλειπε απ’ την είσοδο και σηκώθηκα κλαίγοντας μόνη μου. 
Ξέρεις, μου είναι δύσκολο να κάνω δύο πράγματα ταυτόχρονα… 

Κύριε Άι Βασίλη…
Κάποιος χτυπάει την πόρτα μας. 
Η μαμά μου λέει, να μην ανοίγω σε κανέναν όταν είμαι μόνη μου στο σπίτι. 
Ελπίζω να μην είσαι εσύ. 
Εκτός κι αν πιστεύεις ότι υπάρχεις…

Κύριε Άι Βασίλη… 
Συγνώμη που δεν τελειώνω το γράμμα μου, αλλά πρέπει να ετοιμαστώ. 
Απόψε θα φύγω κρυφά απ’ το σπίτι. 
Στο γράφω γιατί, αφού δεν υπάρχεις, σ’ εμπιστεύομαι… 
Είμαι πια μεγάλη για δημοτικό σχολείο. 
Άργησα… 
Θα κάνω καριέρα… 
Θα έχω και δικιά μου αγγελία στις εφημερίδες…

ΕΛΛΗΝΟΑΛΒΑΝΙΔΑ 15χρονη μαθήτρια,
αμακιγιάριστη, με μαμά καθαρίστρια,
επιθυμεί γνωριμία με μια άλλη πατρίδα,
για σοβαρή και ειλικρινή σχέση…

Κύριε Άι Βασίλη… 
Αφήνω το γράμμα μου μέσα στο άχρηστο τετράδιό μου, πάνω στη βρύση, έξω στον ακάλυπτο…

Κύριε Άι Βασίλη… 
Αν υπάρχεις και διψάσεις και κατέβεις απ’ τις σκάλες, σε παρακαλώ πολύ, να μην ξυπνήσεις τη μαμά μου…




 Λίγα λόγια για το Βασίλη Γιαβρή :  
Ο Βασίλης Γιαβρής είναι ηθοποιός - στιχουργός και σεναριογράφος. Το 2002 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα του "Οι εγγονές του Πινόκιο".
Τη φετινή σαιζόν συνεργάζεται με το θεσσαλικό θέατρο - στην παράσταση "Μικροί Φαρισαίοι" σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου.

No comments:

Post a Comment